Ακέφαλο καρφί, κρυμμένο σε σκληρό τοίχο
Ανθρώπους...Μορφές, που πέρασαν από τη ζωή μου θυμάμαι,
όταν με σκέφτομαι παιδί. Κάπου υπάρχουν μέσα μου αλλά δεν ξέρω που.
Τον εαυτό μου θυμάμαι, που προσπάθησα να τον αλλάξω,
να αλλοιώσω αυτά που δεν μου άρεσαν.
Μα σπαρταρούν μέσα μου σαν ετοιμοθάνατα αγρίμια.
Πόνοι, βαθιά κρυμμένοι, ξεθωριάζουν στο πέρασμα του χρόνου,
βγαίνουν στο πάνω μέρους του στήθους μόνο για λίγο,
μετά απ' το αλκοόλ της νύχτας.
Λύπες κουρασμένες, που αποτυπώθηκαν στις άκρες των ματιών,
αντανακλούν μόνο για κλάσματα του δευτερολέπτου τα χαράματα.
.......
Παρέες και βράδια στη γειτονιά, σαν μυρίζω την άνοιξη, τα
μεσημέρια του Απρίλη.
Όνειρα Κυριακής, που δεν βγήκαν αληθινά,
γλυκά σημάδια ακόμη μέσα μου
Αγάπες, που προσπαθώ να ξεχάσω θυμάμαι,
μόνο για λίγο,
όταν κλείνω τα μάτια προσπαθώντας να κοιμηθώ
Καλοκαίρια που έσβησαν και μόνο θαμπά αστράφτουν,
στη μυρωδιά από καρπούζι ή στην αλμύρα των χειλιών μετά τη θάλασσα
Ελπίδες σπρώχνω βαθιά, γιατί σαν βγουν πλανεύουν
Όλα μαζί, ίσως σε κάποιον κόμπο στο λαιμό ή σε κάποιο δάκρυ μετά από ταινία.
Που δεν κυλάει. Από ντροπή.
Και άλλα πολλά προσπάθησα να ξεριζώσω.
Προσπάθησα τόσο πολύ που ίδρωσα.
Μα όλα, ακόμα μέσα μου.
Να τα χτυπήσω μόνο μπορώ με το σφυρί του νου.
Να τα χτυπήσω να μπουν πιο βαθιά.
Ίσως και να στραβώσουν.
Μα πάντα εκεί...
Μετά να τα καλύψω.
Με σκληρή γκρίζα ή απαλή λευκή λάσπη.
Να τα τρίψω με προσοχή,
και να τα βάψω με γυαλιστερή μπογιά.
Κανείς δε μπορεί να τα δει πια.
Μόνο εγώ ξέρω που κρύβονται.
Αλλά ίσως με τον καιρό,
ίσως,
κι εγώ να ξεχάσω...
όταν με σκέφτομαι παιδί. Κάπου υπάρχουν μέσα μου αλλά δεν ξέρω που.
Τον εαυτό μου θυμάμαι, που προσπάθησα να τον αλλάξω,
να αλλοιώσω αυτά που δεν μου άρεσαν.
Μα σπαρταρούν μέσα μου σαν ετοιμοθάνατα αγρίμια.
Πόνοι, βαθιά κρυμμένοι, ξεθωριάζουν στο πέρασμα του χρόνου,
βγαίνουν στο πάνω μέρους του στήθους μόνο για λίγο,
μετά απ' το αλκοόλ της νύχτας.
Λύπες κουρασμένες, που αποτυπώθηκαν στις άκρες των ματιών,
αντανακλούν μόνο για κλάσματα του δευτερολέπτου τα χαράματα.
.......
Παρέες και βράδια στη γειτονιά, σαν μυρίζω την άνοιξη, τα
μεσημέρια του Απρίλη.
Όνειρα Κυριακής, που δεν βγήκαν αληθινά,
γλυκά σημάδια ακόμη μέσα μου
Αγάπες, που προσπαθώ να ξεχάσω θυμάμαι,
μόνο για λίγο,
όταν κλείνω τα μάτια προσπαθώντας να κοιμηθώ
Καλοκαίρια που έσβησαν και μόνο θαμπά αστράφτουν,
στη μυρωδιά από καρπούζι ή στην αλμύρα των χειλιών μετά τη θάλασσα
Ελπίδες σπρώχνω βαθιά, γιατί σαν βγουν πλανεύουν
Όλα μαζί, ίσως σε κάποιον κόμπο στο λαιμό ή σε κάποιο δάκρυ μετά από ταινία.
Που δεν κυλάει. Από ντροπή.
Και άλλα πολλά προσπάθησα να ξεριζώσω.
Προσπάθησα τόσο πολύ που ίδρωσα.
Μα όλα, ακόμα μέσα μου.
Να τα χτυπήσω μόνο μπορώ με το σφυρί του νου.
Να τα χτυπήσω να μπουν πιο βαθιά.
Ίσως και να στραβώσουν.
Μα πάντα εκεί...
Μετά να τα καλύψω.
Με σκληρή γκρίζα ή απαλή λευκή λάσπη.
Να τα τρίψω με προσοχή,
και να τα βάψω με γυαλιστερή μπογιά.
Κανείς δε μπορεί να τα δει πια.
Μόνο εγώ ξέρω που κρύβονται.
Αλλά ίσως με τον καιρό,
ίσως,
κι εγώ να ξεχάσω...
1 Comments:
This comment has been removed by a blog administrator.
Post a Comment
<< Home